Φθινόπωρο 1961...Ημουν 15 χρονών τότε,μαθητής Β΄Γυμνασίου...Κάθε Σαββατοκύριακο πηγαίναμε στο χωριό στην Ξηρολιμνη, και βοηθούσαμε στις αγροτικές ασχολίες ,τους γονείς μας..
Από την Παρασκευή το απόγευμα με ενημέρωσε ο πατέρας μου :_ Αύριο θα πάμε μαζί για όργωμα ,να ετοιμάσεις το κάρρο(αραμπάς).
Φόρτωσα,λοιπόν στο κάρρο το σιδερένιο αλέτρι,ένα τσουβάλι με κριθαρένιο άχυρο,έναν ντορβά( τράστο) που κρεμάγαμε στο λαιμό του μουλαριού για να τρώει ,όταν ξεκουραζόμαστε κλπ κλπ...
Πριν βγει ο ήλιος ήμαστε στο χωράφι...Ο πατέρας μου ''εζεψε'' τ αλέτρι στον ΓΚΈΣΙΟ ( ΤΟ ΌΝΟΜΑ ΤΟΥ ΜΟΥΛΑΡΙΟΎ) πήρε στο χέρι του τη βίτσα(καμιτσίκι,που στην μια άκρη του είχε δεμένο ένα λουρι και στην άλλη άκρη είχε ενσωματωμένο ένα τριγωνικό σίδερο(ξύστρα) για να καθαρίζει κάθε τόσο το αλέτρι(κοτάν στην ποντιακή),όταν γέμιζε από χόρτα και χώμα,,,Εμένα με προόριζε να κρατάω το ζώο από το καπίστρι,ώστε να ''μη βγα'ινει απ τ αυλάκι΄΄αν και το μουλάρι πήγαινε και μόνο του,...αλλά δουλειά να χουμε..................
Ακούμπησε το λουρί στον ΓΚΈΣΙΟ ,έχωσε το υνί στο χώμα και το όργωμα άρχισε.Εγώ περπατούσα δίπλα στο ζώο,κρατώντας το από το καπίστρι δυο πιθαμές από το λαιμό
του και μια πιθαμή από το μπροστινό αριστερό πόδι του!!!!!!
Ολα καλά....το μεσημέρι φάγαμε σταφύλια με τυρί,ξεκουραστήκαμε λίγο και ξαφνικά μου λέει ο πατέρας μου:
'' Ενέσπαλλα( ανα-νους+πάλλω=ξέχασα) έχω μια επείγον δουλειά ,θα ρθει ο χασάπης να πάρει το μοσχάρι και πρέπει να φύγω.Θα οργώσεις μόνος σου.Δεν είναι δύσκολο ......Μόλις φτάνεις στην άκρη να ξεκουράζεις λίγο τον Γκέσιο και πριν πάρεις τη στροφή να καθαρίζεις τ αλέτρι......Πρόσεξε! ο Γκέσιος είναι ήσυχος αλλά δεν παύει να είναι ....μουλάρι....Λένε ότι τα μουλάρια εφτά φορές τη μέρα σκέφτονται να σκοτώσουν τ αφεντικό τους.Μόλις βασιλέψει ό ήλιος ζέψε τον στο κάρρο και έλα στο χωριό.Τ αλέτρι άφησε το στο χωράφι............''
Περιθώρια για αντίδραση δεν είχα και πολλά .Κάπου πήρα και τ απάνω μου γιατί με είχε εμπιστοσύνη ο πατέρας μου,μεγάλωσα κλπ.
ΑΜ ΔΕ.................
Έφυγε ο πατέρας μου και έβαλα τον Γκέσιο στ αυλάκι.Φτάσαμε στην άκρη του χωραφιού και έπρεπε να ''γυρίσω'' αλέτρι και ζώο.........
Τότε ο Γκέσιος με είδε καλά..Κατάλαβε οτι το καινούργιο αφεντικό είναι του χεριού του και σηκώνεται στα τέσσερα και το βάζει στα πόδια,σέρνοντας τ αλέτρι από πίσω του...με κατεύθυνση το διπλανό χωριο.Πού να τον φτάσω εγώ..Απλά τον παρακολουθούσα,,,,,,Σταμάτησε σ ένα χωράφι και έβοσκε του καλού καιρού.Τον άφησα να χορτάσει....πηρα μια χούφτα ξερά χόρτα ,τον πλησίασα,τον έπιασα από το καπίστρι και κατ ευθείαν τον πήγα στο κάρρο ,τον έζεψα και επιστροφή με προθυμία γιατί ήξερε οτι το βράδυ θα έτρωγε γιαρμά(πίτουρα με αλάτι βρεγμένα).....
Από μακριά κατάλαβε ο πατέρας μου ,οτι κάτι δεν πήγε καλά....
" Βλέπεις ,μου είπε,λένε οτι τα μουλάρια δεν είνα;ι έξυπνα...Μόλις κατάλαβε,ότι δεν είμαι εγώ που καρφώνω βαθιά το υνί και τον ''βιτσώνω΄΄ κι ολας...,μόλις σε είδε,άκουσε την παιδική φωνή σου...Λούης....." ΑΥΤΌ ΤΟ ΜΟΥΛΑΡΙ ΟΜΩΣ ΣΑΣ ΣΠΟΥΔΑΖΕΙ ....."
Περίεργο πως δεν με μάλωσε καθόλου...Ισως να σκέφτηκε οτι για να μάθει.πρέπει να πάθει,εκτός αν το είχε στήσει το ...παιχνίδι.....!!!!!!!!!
Η ειρωνεία είναι οτι πρωτοδιορίστηκα αναπληρωτής στο διπλανό χωριό και η πρωτη επίσκεψή μου ήταν να βρω το χωράφι που ..ζήλεψε ο Γκέσιος...Τώρα πια ήταν σπαρμένο με ρίγανη,,,,,
Ο Γκέσιος έζησε μέχρι τα βαθιά γεράματα.Τον ''γηροκομήσαμε'' και ο πατέρας μου με γιατροσόφια προσπαθούσε να τον σηκώσει όρθιο και να μην υποφέρει...Μια μέρα,με το πού άνοιξε η μάντρα ο ΓΚΈΣΙΟς σηκώθηξε ξαφνικά πάνω,χλιμίντρισε μια φορά και πετάχτηκε έξω...ΚΑΛΠ'ΆΖΟΝΤΑς ΑΝΈΒΑΙΝΕ ΣΤΗΝ ΠΛΑΓΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ..ΜΕΙΝΑΜΕ ΑΦΩΝΟΙ ΟΛΟΙ....κΆΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΉ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΕΓΕΙΡΕ ΚΑΙ .....ΚΑΤΕΛΗΞΕ........
Μάλλον..δάκρυσαν οι γονείς μου...........
Γράφει ο Κυριαζιδης Λάμπης(Συνταξιουχος δασκαλος)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου