ΟΣΙΟΣ ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΛΕΪΝΟΣ
Ο όσιος Μιχαήλ Μαλεϊνός καταγόταν από επιφανή και αρχοντική οικογένεια. Ο πατέρας του Ευδόκιμος ήταν πατρίκιος, όπως και ο παππούς του εκ πατρός, ονόματι Ευστάθιος. Η μητέρα του Ανάστω ήταν επίσης κόρη πατρικίου, του μετέπειτα Δομέστικου των Σχολών της Ανατολής Αδράλεστου. Στο συναξάρι του οσίου διαβάζουμε ότι συνδεόταν συγγενικά με τον αυτοκράτορα Λέοντα Στ', ο βαθμός συγγένειας, όμως δεν καθορίζεται9. Το ζευγάρι αυτό, Ευδόκιμος και Ανάστω, ήταν άτεκνοι. Αυτό τους έθλιβε ιδιαίτερα και ως ορθόδοξοι Χριστιανοί προσευχόταν, για να αποκτήσουν παιδιά. Παράλληλα πραγματοποιούσαν προσκυνηματικά ταξίδια σε πολλά μέρη της αυτοκρατορίας. Σ' ένα απ' αυτά τα προσκυνήματα έφθασαν στο χωριό Κουκά και προσευχήθηκαν θερμά στην εικόνα της Παναγίας, στον Ι. Ν. Υπεραγίας Θεοτόκου. Η εικόνα αποδείχθηκε θαυματουργή. Το ίδιο βράδυ η Παναγία παρουσιάστηκε στον εφημέριο του Ναού π. Μεθόδιο την ώρα που κοιμόταν. Του αποκάλυψε ότι το ζεύγος θ' αποκτήσει τρία παιδιά με την προϋπόθεση το ένα ν' αφιερωθεί. Ο ιερέας ενημέρωσε την Ανάστω. Πράγματι, σε σύντομο χρονικό διάστημα (το 893 μ.Χ.) γεννήθηκε ο Μανουήλ, μετέπειτα μοναχός Μιχαήλ, στην συνέχεια ο αδελφός του Κωνσταντίνος, πατρίκιος και εν συνεχεία στρατηγός θέματος και η αδελφή του μητέρα των Φωκάδων, Νικηφόρου και Λέοντα.
Τον Μανουήλ οι γονείς του τον ανέθρεψαν σύμφωνα με την κοινωνική τάξη τους, και τον προωθούσαν ν' αναλάβει αξιώματα στην αυτοκρατορική αυλή. Έτσι, βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη μετά την ενηλικίωσή του και παραβρέθηκε στην κηδεία του αυτοκράτορα Λέοντα Στ' στις 11 Μαΐου 912. Το γεγονός αυτό τον επηρέασε βαθύτατα. Ο μέχρι χθες παντοδύναμος ηγεμών, κείτονταν εμπρός του νεκρός, υποκείμενος στην φθορά. Αυτό τον έκανε να συλλογισθεί την ματαιότητα του κόσμου, του πλούτου, των αξιωμάτων, της δόξας. Γύρισε σπίτι του συγκλονισμένος και αποφασισμένος ν' αναζητήσει την οδό της σωτηρίας. Προφασιζόμενος, ότι πάει να επισκεφθεί τους γονείς του, αναχώρησε από την Βασιλεύουσα προς αναζήτηση έμπειρου πνευματικού οδηγού. Τον βρήκε στο πρόσωπο του γέροντα Ιωάννου του Ελλαδίτη, που μόναζε με την συνοδεία του στο όρος Κυμινά της Βιθυνίας, δίπλα στον ποταμό Γάλλο. Εντάχθηκε στην συνοδεία και σε τέσσερις ημέρες εκάρη μοναχός με το όνομα Μιχαήλ. Οι γονείς του έκαναν εντατικές προσπάθειες να τον μεταπείσουν, αλλά τελικά πείσθηκαν οι ίδιοι, ότι είναι καλύτερα να τον αφήσουν να μονάσει.
Στο μοναστήρι ο όσιος έζησε ζωή ασκητική και ακολούθησε με ακρίβεια την μοναχική πολιτεία, υπακούοντας στον γέροντά του. Στα τρία χρόνια ο πατέρας του απεβίωσε στην Άγκυρα και η μητέρα του έγινε μοναχή, αφήνοντας την οικογενειακή περιουσία στα παιδιά της. Ο άγιος άνδρας μοίρασε, από το μερίδιο που του αναλογούσε, την μεν κινητή περιουσία στους φτωχούς, την δε ακίνητη άφησε στον αδερφό του Κωνσταντίνο. Ελεύθερος από κάθε βιοτική μέριμνα αποτραβήχθηκε σε μια σπηλιά κοντά στο μοναστήρι. Τον επόμενο χρόνο προχώρησε πιο βαθειά στην έρημο με έναν συγγενή του, τον Αγάπιο. Δύο χρόνια μετά χωρίσθηκαν, χάριν πιότερης ησυχίας, και ο π. Μιχαήλ βρέθηκε σε μια περιοχή κοντά στα σύνορα της Προύσσας, την λεγόμενη Ξηρολίμνη. Εκεί, με την νηστεία, την αγρυπνία, την προσευχή, αξιώθηκε από τον Θεό να λάβει ουράνια χαρίσματα. Σύντομα συγκεντρώθηκε κοντά του μια μικρή, αρχικά, αδελφότητα. Συν τω χρόνω, αυξήθηκε σε σημείο που η Λαυρά στην Ξηρολίμνη να μην μπορεί να συντηρηθεί. Γι' αυτό άφησε εκεί τον μοναχό Αγάπιο και αναζήτησε ευνοϊκότερη τοποθεσία. Η βόρεια πλευρά του όρους Κυμινά ήταν η πλέον ενδεδειγμένη. Αγόρασε(10) την περιοχή και οικοδόμησε νέα Λαύρα. Στους πρόποδες του βουνού ανήγειρα ξενοδοχείο για τους ξένους και οδοιπόρους, και το εξόπλισε και επάνδρωσε κατάλληλα.
Στην νέα Λαύρα ποίμανε διακριτικά τις ψυχές και τα σώματα των αδελφών, εν παδεία και νουθεσία Κυρίου, για τριάντα ένα χρόνια. Πολλά θαύματα επιτέλεσε με τη χάρη του Θεού. Ο πιο ονομαστός από τους μαθητές του ήταν ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, του οποίου τον βίο περιγράψαμε περιληπτικά παραπάνω. Τελειώθηκε εν Κυρίω το 961 μ.Χ. Η Εκκλησία μας τιμά τν μνήμη του την 12η Ιουλίου.
Τον Μανουήλ οι γονείς του τον ανέθρεψαν σύμφωνα με την κοινωνική τάξη τους, και τον προωθούσαν ν' αναλάβει αξιώματα στην αυτοκρατορική αυλή. Έτσι, βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη μετά την ενηλικίωσή του και παραβρέθηκε στην κηδεία του αυτοκράτορα Λέοντα Στ' στις 11 Μαΐου 912. Το γεγονός αυτό τον επηρέασε βαθύτατα. Ο μέχρι χθες παντοδύναμος ηγεμών, κείτονταν εμπρός του νεκρός, υποκείμενος στην φθορά. Αυτό τον έκανε να συλλογισθεί την ματαιότητα του κόσμου, του πλούτου, των αξιωμάτων, της δόξας. Γύρισε σπίτι του συγκλονισμένος και αποφασισμένος ν' αναζητήσει την οδό της σωτηρίας. Προφασιζόμενος, ότι πάει να επισκεφθεί τους γονείς του, αναχώρησε από την Βασιλεύουσα προς αναζήτηση έμπειρου πνευματικού οδηγού. Τον βρήκε στο πρόσωπο του γέροντα Ιωάννου του Ελλαδίτη, που μόναζε με την συνοδεία του στο όρος Κυμινά της Βιθυνίας, δίπλα στον ποταμό Γάλλο. Εντάχθηκε στην συνοδεία και σε τέσσερις ημέρες εκάρη μοναχός με το όνομα Μιχαήλ. Οι γονείς του έκαναν εντατικές προσπάθειες να τον μεταπείσουν, αλλά τελικά πείσθηκαν οι ίδιοι, ότι είναι καλύτερα να τον αφήσουν να μονάσει.
Στο μοναστήρι ο όσιος έζησε ζωή ασκητική και ακολούθησε με ακρίβεια την μοναχική πολιτεία, υπακούοντας στον γέροντά του. Στα τρία χρόνια ο πατέρας του απεβίωσε στην Άγκυρα και η μητέρα του έγινε μοναχή, αφήνοντας την οικογενειακή περιουσία στα παιδιά της. Ο άγιος άνδρας μοίρασε, από το μερίδιο που του αναλογούσε, την μεν κινητή περιουσία στους φτωχούς, την δε ακίνητη άφησε στον αδερφό του Κωνσταντίνο. Ελεύθερος από κάθε βιοτική μέριμνα αποτραβήχθηκε σε μια σπηλιά κοντά στο μοναστήρι. Τον επόμενο χρόνο προχώρησε πιο βαθειά στην έρημο με έναν συγγενή του, τον Αγάπιο. Δύο χρόνια μετά χωρίσθηκαν, χάριν πιότερης ησυχίας, και ο π. Μιχαήλ βρέθηκε σε μια περιοχή κοντά στα σύνορα της Προύσσας, την λεγόμενη Ξηρολίμνη. Εκεί, με την νηστεία, την αγρυπνία, την προσευχή, αξιώθηκε από τον Θεό να λάβει ουράνια χαρίσματα. Σύντομα συγκεντρώθηκε κοντά του μια μικρή, αρχικά, αδελφότητα. Συν τω χρόνω, αυξήθηκε σε σημείο που η Λαυρά στην Ξηρολίμνη να μην μπορεί να συντηρηθεί. Γι' αυτό άφησε εκεί τον μοναχό Αγάπιο και αναζήτησε ευνοϊκότερη τοποθεσία. Η βόρεια πλευρά του όρους Κυμινά ήταν η πλέον ενδεδειγμένη. Αγόρασε(10) την περιοχή και οικοδόμησε νέα Λαύρα. Στους πρόποδες του βουνού ανήγειρα ξενοδοχείο για τους ξένους και οδοιπόρους, και το εξόπλισε και επάνδρωσε κατάλληλα.
Στην νέα Λαύρα ποίμανε διακριτικά τις ψυχές και τα σώματα των αδελφών, εν παδεία και νουθεσία Κυρίου, για τριάντα ένα χρόνια. Πολλά θαύματα επιτέλεσε με τη χάρη του Θεού. Ο πιο ονομαστός από τους μαθητές του ήταν ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, του οποίου τον βίο περιγράψαμε περιληπτικά παραπάνω. Τελειώθηκε εν Κυρίω το 961 μ.Χ. Η Εκκλησία μας τιμά τν μνήμη του την 12η Ιουλίου.
απο :
http://www.impantokratoros.gr/55DEA248.el.aspx
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου